- υδροπλάνο
- Αεροσκάφος εφοδιασμένο με συστήματα τα οποία του επιτρέπουν να επιπλέει, να αποθαλασσώνεται και να προσθαλασσώνεται.
Το υ. διαφέρει από τα αεροπλάνα στο γεγονός ότι δεν διαθέτει τροχούς. Από την άποψη αυτή υπάρχουν δύο τύποι υ.: με σκάφος και με πλωτήρες. Στον πρώτο, το σκάφος, το οποίο είναι στεγανό και έχει μορφή καρίνας, χρησιμεύει συγχρόνως ως άτρακτος και ως όργανο επίπλευσης. Παλιότερα κατασκεύαζαν υ. με δύο σκάφη, το ένα δίπλα στο άλλο. Στο δεύτερο τύπο η άτρακτος εδράζεται σε δύο επιμήκεις πλωτήρες, ή σε έναν κεντρικό πλωτήρα με δύο μικρούς πλευρικούς πλωτήρες. Τόσο τα σκάφη,όσο και οι πλωτήρες έχουν στο κάτω μέρος μια βαθμίδα που προορίζεται να διευκολύνει την αποθαλάσσωση.
Οι πρώτες πτήσεις με υδροπλάνα έγιναν το 1911 από το Γάλλο Ανρύ Φαμπρ και το 1912 από τους Ιταλούς Μάριο Καλντεράνα και Αλεσάντρο Γκουϊντόνι. Το 1912 στις Η.Π.Α και τη Γαλλία κατασκευάστηκαν τα πρώτα υ. με κεντρικό σκάφος και το 1929 στη Γερμανία εκείνα με 6 ζεύγη κινητήρων, τοποθετημένων πάνω στις πτέρυγες. Από το 1940 όμως και έπειτα η κατασκευή υ. σχεδόν ατόνησε.
Για την αναχώρηση και την άφιξη του υ. χρησιμοποιείται μια φυσική ή τεχνητή επιφάνεια νερού συνολικής έκτασης τουλάχιστον 2.000 μ. Οι εγκαταστάσεις των υδρολιμένων είναι παρόμοιες με των αεροδρομίων.
Φωτογραφία υδροπλάνου λίγο μετά την προσθαλάσσωσή του (φωτ. ΑΠΕ).
* * *το, Ντύπος αεροπλάνου το οποίο μπορεί να προσθαλασσώνεται και να αποθαλασσώνεται είτε με πλωτήρες στη θέση τών τροχών προσγείωσης είτε απευθείας με κατάλληλα διαμορφωμένη άτρακτο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. hydroplane (< υδρ[ο]-* + -plane < -πλάνο < πλανώμαι)].
Dictionary of Greek. 2013.